Ο Ingvar κοίταξε με μισόκλειστα μάτια το ρολόι δίπλα στο κομοδίνο του. Πετάχτηκε αλαφιασμένος από το ζεστό του κρεββάτι. Έξω σκοτάδι και ένα ψιλόβροχο σχημάτιζε αυλάκια στο παράθυρο του δωματίου. Πώς είχε ξεχαστεί έτσι; Έπρεπε να είχε σηκωθεί δέκα λεπτά νωρίτερα. Η κούραση όμως της χθεσινής ημέρας, τα διαβάσματα των μαθημάτων και ο προγραμματισμός των παραγγελιών του, τον κράτησαν ως αργά μετά τα μεσάνυχτα. Ο νεαρός Ingvar ντύθηκε βιαστικά, πέρασε απ’ την κουζίνα, ήπιε στο πόδι το ζεστό του ρόφημα και κατέβηκε στην αποθήκη. Έπρεπε να φορτώσει το καλάθι του ποδηλάτου με τα καινούργια πράγματα που του είχαν έρθει απ’ τη Στοκχόλμη. Είχε βρει μια καλή πηγή και αγόραζε στην χονδρική μολύβια, σπίρτα, χριστουγεννιάτικα στολίδια, σπόρους φυτών και άλλα μικροπράγματα σε πολύ συμφέρουσες τιμές. Μπορούσε έτσι να τα πουλάει ιδιωτικά στο μέρος που ζούσε και τα γύρω χωριά, με ένα μικρό αλλά καλό κέρδος για την ηλικία του.
“Πρώτα οι παραγγελίες και μετά κατευθείαν στο σχολείο”, σκέφτηκε ο Ingvar. Ανέβηκε πάλι στο σπίτι, φόρεσε τη νιτσεράδα του, φίλησε την μητέρα του και ετοιμάστηκε να φύγει. “Πάρε τουλάχιστον κάτι για το σχολείο, μη φεύγεις έτσι”, του είπε η κυρία Berta. Της χαμογέλασε γλυκά, πήρε από τα χέρια της, τα δυο μικρά ψωμάκια που τόσο αγαπούσε και της είπε. “Πρέπει να φύγω τώρα αμέσως μητέρα, έχω πολλές διαδρομές σήμερα. Θα αργήσω λίγο το μεσημέρι, μετά το σχολείο πρέπει να πάω πάλι στο ταχυδρομείο για τα νέα πράγματα που μου ήρθαν”. Η κυρία Berta Kamprad δεν είπε τίποτα. Είχε συνηθίσει εδώ και χρόνια τις εμπορικές δραστηριότητες του γιου της. ” Ίδιος ο παππούς του” σκέφτηκε, “τις ίδιες ανησυχίες, τα ίδια τρεξίματα”. Ο Ingvar έκλεισε πίσω του την πόρτα, η Berta έβγαλε την ποδιά της κουζίνας, φόρεσε κι’ αυτή ένα αδιάβροχο, τις ψηλές γαλότσες της και βγήκε στην αυλή του σπιτιού. Η φάρμα της οικογένειας Kamprad, με την ονομασία Elmtaryd, είχε πολλές δουλειές και σήμερα. Το ψιλόβροχο είχε δυναμώσει πια. Αυτό όμως δεν εμπόδιζε τη γυναίκα να ξεκινήσει γρήγορα τις δουλειές της στην φάρμα και αμέσως μετά να φύγει για το κοντινό χωριό το Agunnaryd για τα ψώνια της εβδομάδας και το μεσημεριανό φαγητό που τόσο αγαπούσε όλη η οικογένεια. Σολομό ποσέ. Ήταν η σπεσιαλιτέ της και υπερηφανευόταν γι’ αυτό.
*******************************************************************************************************************************
Το παραπάνω κείμενο δεν είναι παρά μια μυθοπλασία που έφτιαξα, με πραγματικά όμως βιογραφικά στοιχεία για το ξεκίνημα του νεαρού τότε ιδρυτή των καταστημάτων ΙΚΕΑ, Ingvar Kamprad, χορηγού του διαγωνισμού που παίρνω μέρος. Το όνομα ΙΚΕΑ είναι ακρωνύμιο των αρχικών του ονόματος του ιδρυτή, καθώς και των ονομάτων της φάρμας που γεννήθηκε Elmtaryd και του κοντινού της χωριού Agunnaryd.
Όπως γνωρίζουμε τα καταστήματα ΙΚΕΑ βρίσκονται πια σχεδόν σε όλες τις χώρες, αλλά το σπουδαιότερο και τελευταίο επίτευγμα της οικογένειας Kamprad είναι η πρόσφατη ίδρυση του μουσείου ΙΚΕΑ στο Älmhult, το οποίο στεγάζεται στο πρώτο κατάστημα ΙΚΕΑ που άνοιξε εκεί το 1958. Στο μουσείο αυτό μπορεί κανείς να δει όλη την ιστορία και την εξέλιξη της μεγάλης αυτής και διεθνούς φήμης επιχείρησης.
Υλικά ( για 2 άτομα )
- 2 φιλέτα σολομού
- 4 φλιτζάνια νερό
- 2,5 κ.σ. ξύδι
- 1 κ.σ. αλάτι
- Κόκκους πιπέρι
- 2 καρότα
- 1 κρεμμύδι ξερό, στα τέσσερα
- 1 κλωνάρι σέλινο
- 2 φύλλα δάφνη
- Ελαιόλαδο
Εκτέλεση
- Προθερμαίνω το φούρνο στους 250 βαθμούς.
- Βάζω όλα τα υλικά εκτός από το φιλέτο σολομού στο νερό και τα βράζω 6-8 λεπτά.
- Τοποθετώ το σολομό σε πυρέξ με την πλευρά του δέρματος προς τα κάτω. Περιχύνω με το ζεστό ζωμό και βάζω το πυρέξ στον ζεστό φούρνο.
- Ψήνω περίπου για 25-30 λεπτά και τον βγάζω.
- Προαιρετικά μπορείτε να δέσετε ένα μέρος από το ζωμό του ψαριού με κορν φλάουρ και 1 κ.σ. πικάντικης μουστάρδας και να περιχύσετε με αυτήν την παχύρευστη σάλτσα το σολομό.
- Αντί για σαλάτα ψήνω στο γκριλ διάφορα λαχανικά.
- Σερβίρω το σολομό με την σάλτσα και τα ψημένα λαχανικά.
Καλή σας επιτυχία
Όλα τα εξαιρετικά σκεύη που χρησιμοποίησα για την παρουσίαση αυτής της συνταγής μου είναι από τον χορηγό μου, τα καταστήματα ΙΚΕΑ.
Leave a Reply