Και πηδάει που λες, σαν αίλουρος ο νεαρός τσακίρης Πακιστανός πάνω στον πάγκο, απλώνει τα δυνατά, νευρώδη χέρια του και πιάνει τη μεγάλη πορτοκαλί κολοκύθα από το τελευταίο φαρδύ ράφι του μαγαζιού και “πέντε κιλά”, μου λέει η νεαρή Αλβανίδα πίσω από το ταμείο, που έχει νοικιάσει γωνιακό φρουτεμπορικής από την Ελληνίδα μάνα που έχει παντρεμένο γιο στην Γερμανία και τα δυο εγγονάκια απ’ την Ρουμάνα νύφη.
Άσε σου λέω, πολύχρωμες fusion καταστάσεις. Η παγκοσμιοποίηση σε μικρογραφία μπρος στα μάτια μου.
“Κόψε κάτι” λέω στην ταμεία, “1.29 η κολοκύθα το κιλό, δεν την παίρνω, στον παρακάτω την βρήκα στο 1″. Κάνει πως δυσκολεύεται η γυναίκα, κάνω πως δεν την παίρνω εγώ. ” Καλά καλά δώσε ένα τάλιρο και πάρτην”. “Τι μου θύμισες τώρα”, της λέω και βουτάω την κολοκύθα μου την πεντόκιλη, που τη μπάνιζα από μέρες τώρα στο ίδιο στέκι, αλλά σήμερα μου ήρθε να κοψωμεσιαστώ και να την κουβαλάω.
“Και που με πας; Κοντεύω να σκάσω εδώ μέσα. Και όχι εγώ δεν θα σου γίνω άμαξα και σταμάτα πια αυτήν τη φλυαρία σου”. Ποιος μιλάει θεέ μου, αναλογίζομαι τρομαγμένη, μόνη στο δρόμο η γυναίκα, κοιτάζω τη σακούλα βλέπω την κολοκύθα να μου μιλάει, παθαίνω ντελίριο. “Μα δε μιλάω” της απαντώ. “Η φλύαρη φαντασία σου με τρέλανε” μου λέει η κολοκύθα. “Και όχι εγώ δε θα σου γίνω άμαξα” ξαναλέει η κολοκύθα. “Βαρέθηκα να κουβαλάω μελλόνυμφους”. Και ξαναπαθαίνω ντελίριο εγώ.”Μα εγώ είμαι just married εδώ και 37 συναπτά έτη”, της λέω και βλέπω τις δεκάδες κολοκύθες της Πατρών Πύργου να πηδούν από τα κόσκια και να με κυνηγάνε. Άμαξες σωστές, φορτωμένες πρίγκιπες και χαρούμενες πριγκίπισσες και σταχτοπούτες με ασημένια γοβάκια και σπασμένα τακούνια, “και όχι θεέ μου το δικό μου τακούνι έσπασε”, αυτό μου έλειπε τώρα και έχω άλλα 200 μέτρα να φτάσω στην κουζίνα μου, και κουτσά στραβά που λες φτάνω στον πάγκο, πετάω την κολοκύθα πάνω του, πετάω το σπασμένο παπούτσι και όπου βρει, αχχχχχχ αναστενάζω ξελαφρωμένη, τινάζω τα χέρια να συνέλθουν, τινάζω και το κεφάλι να έρθει στα συγκαλά του, πίνω ένα ποτήρι νερό, βουτάω το μεγάλο μαχαίρι, γυρίζω στην κολοκύθα που έχει κιτρινίσει από την τρομάρα της, την κοιτάζω, με κοιτάζει, “και όχι λοιπόν, δε θα γίνεις άμαξα” της φωνάζω. “Σούπα θα γίνεις”.
Υλικά ( 5-6 πιάτα )
- 500 γρ. καθαρισμένη κολοκύθα
- 1 πράσο
- 1 κρεμμύδι ξερό
- 2 καρότα
- 2 πατατούλες
- 1 λίτρο ζωμό κοτόπουλου ( περίπου )
- 1 κ.σ. τζίντζερ, το οποίο δίνει μια ένταση στα “γλυκά” υλικά της σούπας. (προαιρετικά)
- Φρέσκο θυμάρι (προαιρετικά)
- Ελαιόλαδο
- Αλάτι, πάπρικα γλυκιά
Εκτέλεση
- Κόβω την κολοκύθα στα δύο. Το κομμάτι που δεν θα χρησιμοποιήσω το τυλίγω με μεμβράνη και το βάζω στο ψυγείο, για άλλη χρήση. Το δεύτερο κομμάτι, το κόβω σε φέτες όπως το πεπόνι, αφαιρώ τη φλούδα και τους σπόρους τους και τις κόβω σε κυβάκια.
- Καθαρίζω και κόβω σε κυβάκια, τις πατάτες, το κρεμμύδι, το πράσο και τα καρότα.
- Σε μια βαθιά κατσαρόλα ρίχνω αρκετό ελαιόλαδο και σοτάρω αρχικά το κρεμμύδι και το πράσο. Προσθέτω τα καρότα και τις πατάτες, σοτάρω και τέλος τα κυβάκια κολοκύθας.
- Προσθέτω το ζωμό από το κοτόπουλο. Εδώ να σας πω, ότι από την προηγούμενη έβρασα στήθος κοτόπουλου με ένα κρεμμύδι, καρότα, πολλά πιπέρια κόκκους, γαρύφαλλα και δάφνη. Βεβαίως αλάτι και πιπέρι. Αυτόν λοιπόν τον ζωμό και αφού τον σούρωσα χρησιμοποίησα για την κολοκυθόσουπα.
- Βράζω τα λαχανικά με το ζωμό για 30 λεπτά σε πολύ χαμηλή θερμοκρασία. Δεν θα χρειαστεί έξτρα ζωμό ή νερό. Προς το τέλος ρίχνω το τζίτζερ και φυλλαράκια θυμάρι.
- Αφού βράσουν τα λαχανικά όπως είναι τα ρίχνω στο μπλέντερ και τα πολτοποιώ σε δυνατή ταχύτητα.
- Σερβίρω τη σούπα πασπαλισμένη με φυλλαράκια θυμαριού και “σπασμένο” ανθότυρο σε κάθε πιάτο. Το αποτέλεσμα μοναδικό. Βελούδινο, απαλό, καταπραϋντικό.
Καλή σας επιτυχία
Leave a Reply