Δεξιά μου χράτσα χρούτσα, χράτσα χρούτσα τα πατατάκια. Αριστερά μου, πιο διακριτική η κυρία έπαιρνε αθόρυβα από τη σακούλα τα ποπ κορν, τα έβαζε στο στόμα της, αλλά η σακούλα κατά τακτά διαστήματα… κρατς κρουτς, κρατς κρουτς. Διαγωνίως μπροστά μου ο κύριος έτρωγε με βουλιμία το σάντουιτς της καντίνας και έβγαζε αναστεναγμούς απόλυτης μικρής γευστικής ευτυχίας, ρουφώντας ταυτόχρονα και την κόλα του. Δίπλα η κυρία του, συνονόματη με μένα, τη ρωτούσε συνέχεια αν ήθελε και αυτή λίγη κόλα, τσάκα τσούκα, τσάκα τσούκα τον πασατέμπο της. Δε συζητάω βεβαίως για τα κινητά. Το τι ραντεβού κλείστηκαν τηλεφωνικώς, το τι ευχές για τα γενέθλια της κόρης, το τι “αύριο θα πάμε για μπάνιο, θα έρθεις;” Το τι, ” ο Ζάχος έχει τα καλύτερα παϊδάκια! “Δε λέγεται. Όταν μάλιστα, η γηραιά κυρία άρχισε να ρωτάει για τη συνέχεια της ταινίας τη φίλη της, δεν άντεξε ούτε και ο νεαρός πρωταγωνιστής των “Δολοφονικών αμαξιδίων”. Κατέβηκε αστραπιαία από το πανί και καβάλα στο “Δολοφονικό του αμαξίδιο”, όρμησε κατά πάνω της. Και όλα τα παραπάνω υπό το λιβάνισμα των αναμμένων τσιγάρων. Ναι δεν καπνίζω! Πού το κατάλαβες;
Όπως καταλαβαίνεις Μαράκι, σου περιγράφω μια βραδιά απείρου κάλλους στο θερινό το σινεμά. Μετά απ’ αυτό, υποσχέθηκα στον εαυτό μου, την επόμενη φορά στο θερινό να πάω με μια τσάντα με σχετικά, φασαριόζικα εφόδια και να κάνω αντεπίθεση. Να φανταστείς ότι έκατσα και έφτιαξα σπιτικούς πασατέμπους για να τους τρελάνω με τα τσάκα τσούκα, τσάκα τσούκα μου. Άσε που θ’ αρχίσω και το κάπνισμα.
Και που είσαι, στρώσου να φτιάξεις και συ. Και δε θέλω δικαιολογίες του τύπου “τα θερινά κλείνουν σε λίγο”, γιατί μπορεί τα θερινά να κλείνουν σε λίγο, ανοίγουν όμως οι τηλεοράσεις στα σαλόνια και ο πασατέμπος, ναι, ναι ο κολοκυθόσπορος, πίστεψε με, πάει γάντι με τα θρίλερ τις νύχτες που θα λυσσομανάει ο βοριάς που τ’αρνάκια παγώνει και θα είσαι κουκουλωμένη με τη φλις κουβερτούλα ως τ’αυτιά απ’ το κρύο και το φόβο. Θα κανονίσεις λοιπόν να αγοράσεις την κολοκύθα σου, θα φτιάξεις τη γευστική σου κολοκυθοσουπίτσα και θα αξιοποιήσεις και τους όμορφους και θρεπτικούς της σπόρους. Άσε που θα περνάει και όμορφα η ώρα σου.
Και για την ιστορία «Passo» σημαίνει περνάω και «tempo” χρόνος, γιατί καταναλώνονται για να περάσει η ώρα… τουτέστιν στα καθ’ ημάς πασατέμπος.
Διαδικασία εύκολη και σχετικά γρήγορη
- Σπόρους από μια κολοκύθα, ας πούμε δύο κιλών, ώστε με τη σάρκα της να φτιάξετε ό,τι σας κάνει κέφι.
- Αλάτι
- Κόβω με προσοχή το καπάκι από την κολοκύθα μου, αφού αρχικά την χαράξω με ένα πριονωτό μαχαιράκι και μετά πάνω σε αυτά τα “χνάρια” την κόψω με μεγάλο και κοφτερό μαχαίρι. Αυτή η διαδικασία βοηθάει πολύ.
- Με ένα κουτάλι αφαιρώ τους σπόρους που είναι κολλημένοι πάνω στους εσωτερικούς ιστούς και τη μαλακή σάρκα της κολοκύθας.
- Τους βάζω σε ένα σουρωτήρι και τους αλατίζω πολύ καλά. Ανακατεύω και αφήνω το σουρωτήρι 3-4-5 ώρες. Το αλάτι όπως πολύ καλά γνωρίζετε βγάζει όλα τα υγρά από όλα τα ζαρζαβατικά και αυτό βοηθάει στο να αποκολληθούν πολύ εύκολα οι σπόροι της κολοκύθαςο αλάτι όπως πολύ καλά γνωρίζετε βγάζει όλα τα υγρά από όλα τα ζαρζαβατικά και αυτό βοηθάει στο να αποκολληθούν πολύ εύκολα οι σπόροι της κολοκύθας
- Μετά από τις ώρες που τους άφησα στο σουρωτήρι, τους ξεβγάζω καλά, τους στραγγίζω ακόμα καλύτερα, τους αλατίζω και τους βάζω σε ένα ρηχό ταψάκι να ψηθούν στο φούρνο. Τους έβαλα στους 200 βαθμούς για 10 λεπτά. Είδα ότι ήταν μια χαρά το ψήσιμο. Εσείς και σύμφωνα με το φούρνο σας αποφασίστε για το τελικό αποτέλεσμα.
Καλή σας επιτυχία (είναι σίγουρη) και καλύτερες κινηματογραφικές ή home cinema βραδιές
Κι αν σας ήρθε στο νου ο Λ.Κ. και τα εμβληματικά “θερινά σινεμά” του, ευκαιρία να τα απολαύσετε εδώ!
Leave a Reply